συνεστραμμένους

συνεστραμμένους
συστρέφω
twist up
perf part mp masc acc pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • σκολιοπλόκαμος — ον, MA αυτός που έχει συνεστραμμένους πλοκάμους. [ΕΤΥΜΟΛ. < σκολιός «λοξός, στρεβλός» + πλόκαμος] …   Dictionary of Greek

  • ροδόδεντρο — Φυτά με ποικιλία μορφών (φρύγανα, θάμνοι, δέντρα) του γένους ροδόδενδρον (οικογένεια ερικίδες, δικοτυλήδονα). Πολλά είναι τα είδη που φύονται στην Ασία, Αμερική και Ευρώπη· από αυτά πολυάριθμα καλλιεργούνται για καλλωπιστικούς σκοπούς στα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”